RSS

Αγγλία: φυγή προς τα εμπρός με ένταση τής καταστολής

16 Αυγ.


Μάντσεστερ: αστυνομικός κραδαίνει όπλο πάνω από το κεφάλι δεκαπεντάχρονου

Αγγλία: φυγή προς τα εμπρός τού Κάμερον με ένταση τής καταστολής και ασφαλίτικες μεθοδεύσεις
Rosa Moussaoui

Ένα καπνισμένο κτίριο, από το οποίο έμεινε μόνο το κέλυφος, περιμένει τη σειρά του. Εκσκαφείς και μπουλντόζες δουλεύουν υπερεντατικά τις τελευταίες μέρες στο Τότεναμ, σβήνοντας κάθε ίχνος από τις ταραχές οι οποίες ξέσπασαν με αφορμή τον θάνατο, στις 6 Αυγούστου, από πυρά αστυνομικών τού εικοσιεννιάχρονου Μαρκ Ντάγκαν, πατέρα τεσσάρων παιδιών, και που, αφού πρώτα τύλιξαν στις φλόγες τη συνοικία τού Λονδίνου, επεκτάθηκαν στη συνέχεια σε ολόκληρη τη χώρα. Παντού έχουν στηθεί κιγκλιδώματα και περιφράξεις που κρύβουν τις ζημιές και τις καταστροφές. Φαινομενικά, τουλάχιστον, έχει αποκατασταθεί η ηρεμία, με τίμημα όμως την άνευ προηγουμένου ανάπτυξη των δυνάμεων ασφαλείας και καταστολής. Ο Βρετανός πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον δεσμεύθηκε ενώπιον τού κοινοβουλίου, υπό τις επιδοκιμασίες των εργατικών, ότι δεν θα υπάρξει καμία ανοχή για τους «εγκληματίες», τους οποίους θεωρεί υπεύθυνους για τις ταραχές. Κι, όπως φαίνεται, κράτησε το λόγο του: το οπτικό υλικό από βιντεοκάμερες παρακολούθησης, μια σειρά αστυνομικών επιχειρήσεων και οι εκκλήσεις στο κοινό για την παροχή πληροφοριών και την κατάδοση στις διωκτικές αρχές όσων συμμετείχαν στα επεισόδια οδήγησαν μέχρι στιγμής στην προσαγωγή 1.700 ατόμων. Μέρα-νύχτα παρελαύνουν ενώπιον των δικαστών οι εν λόγω «εγκληματίες», οι περισσότεροι από τους οποίους δεν έχουν καλά-καλά βγει από την παιδική ηλικία. Η άμεση παραπομπή των υποθέσεων στη δικαιοσύνη, η σκληρότητα των ποινών, η σύντμηση τής διαδικασίας και, σε κάποιες περιπτώσεις, η γελοιότητα τού κατηγορητηρίου αφήνουν να διαφανεί μια μορφή απονομής δικαιοσύνης με κατεπείγουσες διαδικασίες. Για παράδειγμα, στο Μάντσεστερ, μια εικοσιτετράχρονη γυναίκα, μητέρα δύο παιδιών, καταδικάστηκε σε πέντε μήνες φυλάκιση για την αποδοχή ρούχων, προϊόντων κλοπής, από κάποιον που συμμετείχε στα επεισόδια.

Σε μια χώρα υπό στενή αστυνομική επιτήρηση από την εποχή των βομβιστικών επιθέσεων στις 7 Ιουλίου 2005, η έκρηξη βίας στις φτωχογειτονιές των μεγαλουπόλεων δίνει αφορμή για περαιτέρω αυστηροποίηση των μέτρων ασφαλείας. Έφτασε, μάλιστα, στο σημείο ο Ντέιβιντ Κάμερον να ζητήσει τη συνδρομή τού Μπιλ Μπράτον, πρώην αρχηγού τής αστυνομίας τής Νέας Υόρκης, τής Βοστόνης και τού Λος Άντζελες. Στόχος του είναι να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά το πρόβλημα των «συμμοριών» και να εμπεδωθεί καλύτερα το μήνυμα τής μηδενικής ανοχής. Η απόφαση αυτή δεν βρίσκει τους πάντες σύμφωνους: αντιρρήσεις έχουν διατυπωθεί από στελέχη τής αστυνομίας, που ήδη εμφανίζονται αρκετά ενοχλημένα από την κριτική τής κυβέρνησης αναφορικά με τη διαχείριση τής κρίσης. Οι εξάρσεις αυτές νομιμοφροσύνης συνοδεύονται από δεσμεύσεις για «σωρευτική» επιβολή κοινωνικών κυρώσεων. Για παράδειγμα, εκτοξεύονται απειλές για διακοπή των επιδομάτων πρόνοιας στους γονείς των ταραχοποιών, ενώ για τους δικαιούχους κοινωνικής στέγασης που θεωρούνται ύποπτοι συμμετοχής στα επεισόδια ο Κάμερον επιθυμεί την άμεση έξωσή τους. Δεν πρόκειται παρά για λαϊκίστικα μέτρα που τροφοδοτούν τις αντιπαραθέσεις και εντάσεις ακόμα και εντός τού κυβερνητικού συνασπισμού. «Μέσα σ’ αυτήν την Αίθουσα, δεν ήταν περισσότεροι τού ενός οι βουλευτές που επιδόθηκαν σε λεηλασίες, χωρίς ποτέ να υποστούν καμιά συνέπεια;» διαμαρτύρεται ο Τζον Μακ Ντόναλντ, βουλευτής τής αριστερής πτέρυγας των εργατικών, αναφερόμενος στο σκάνδαλο των βουλευτικών εξόδων που στιγμάτισε ανεξίτηλα την εικόνα των πολιτικών ιθυνόντων.

Ακόμα και οι Φιλελεύθεροι Δημοκράτες, μέλη τού κυβερνητικού συνασπισμού, κρούουν τον κώδωνα τού κινδύνου όσον αφορά την λήψη «βεβιασμένων μέτρων». «Θέλουμε μια κοινωνία όπου ο καθένας αντιλαμβάνεται και αναγνωρίζει τις ευθύνες του, πράγμα που σημαίνει ότι πρέπει να σταματήσει αυτή η πολιτική φοροαπαλλαγής των πλουσίων, τη στιγμή μάλιστα που αφαιρούμε τα επιδόματα από όσους τα έχουν ανάγκη», δήλωσε χθες ο Σάιμον Χιούζ, αντιπρόεδρος των Φιλελεύθερων Δημοκρατών. Ορισμένοι αρθρογράφοι δεν διστάζουν να καταγγείλουν την «υποκρισία» μιας πολιτικής ελίτ που έχει περιέλθει σε ανυποληψία, μιας ελίτ που αρνείται να δει κατάματα το βαθύ κοινωνικό χάσμα από το οποίο πάσχει η χώρα. Όπως αναλύει ο Τζον Μακ Ντόναλντ: «Αυτό που ζήσαμε ήταν η λογική κατάληξη των πολιτικών που, από την εποχή τής Θάτσερ, εφαρμόστηκαν από όλες τις διαδοχικές κυβερνήσεις, συμπεριλαμβανομένων και αυτών των Εργατικών. Τα γεγονότα είναι απότοκα τής βαθιάς ανισότητας που χαρακτηρίζει την κοινωνία μας».

 
Σχολιάστε

Posted by στο 16/08/2011 σε Βία, Κράτος

 

Σχολιάστε