RSS

Alain Badiou — Αμέντ Φιλόσοφος: Η Αλήθεια [1]

Αλαίν Μπαντιού: Ο Αμέντ Φιλόσοφος
[Οικογενειακό θέατρο, κατάλληλο για παιδιά άνω των δώδεκα ετών]
Σκετς 14. Η αλήθεια [1]
[για τον Σ. Ζίζεκ, την ευρω-«αριστερά», την πανούκλα και την Leitkultur]

Αμέντ
Καταφτάνει ο Αμέντ, αγκομαχώντας, χρησιμοποιώντας το ρόπαλό του σαν μπαστούνι· μοιάζει γερασμένος.

Αμέντ: Ήμουν νιος και σήμερα ξάφνου γέρασα. Αναρωτιέστε γιατί; Στοίχημα δεν θα το βρείτε! Εξαιτίας τού Ραβέντη! Τού φιλαράκου μου τού Ραβέντη, τού ανθρώπου με τις χίλιες και μία δυναμικές και ηθικές συλλογικότητες! Τού ακούραστου υπερασπιστή των δικαιωμάτων των ανθρώπων και των γυναικών, των ΑΜΕΑ και των Εβραίων, των μαύρων και των σκύλων, των παραδείσιων των παπαγάλων και των κακατούα, των σεξουαλικών και των εφηβικών μειονοτήτων, των κακοζωισμένων και των ευθανόντων, των παίδων τρυφερής ηλικίας και των μαμούθ τής προϊστορίας! Τον ξέρετε, δεν τον ξέρετε, τον Ραβέντη;

Αυτοσχεδιάζει γύρω από τον χαρακτήρα τού Ραβέντη

Όταν τον βρήκα χτες το πρωί στην πλατεία δημαρχείου τής Κρεατομυγοκουρούνας, τον είδα λίγο στενοχωρημένο. «Ραβέντη μου, του λέω, γιατί πονά η καρδούλα σου κι είν’ η όψη σου θλιμμένη; Ο πόνος μου είν’ αβάσταχτος, καλέ μου, να σε βλέπω σαν κοπρόσκυλο δαρμένο στής ζωής τα μονοπάτια να γυρνάς. — Περιπλανιέμαι από χτες το βράδυ, μου λέει με ύφος πένθιμο, γι’ αυτό είν’ η όψη μου θλιμμένη. — Και γιατί πλανιέσαι, Ραβέντη μου; τού ψιθυρίζω τρυφερά εγώ. — Γιατί συνάντησα την αλήθεια», μου πετάει στα καλά τού καθουμένου. Κόντεψα να πάθω αποπληξία. Μπορείτε να το φανταστείτε; Την αλήθεια, τρομάρα μου! Ο Ραβέντης κι η αλήθεια! Ένιωσα σαν να ’πεσε ο ουρανός στο κεφάλι μου! Ο Ραβέντης κι η αλήθεια είναι σαν το λάδι με το νερό! Τα δυο τους δεν ανακατώνονται ! Έτσι εξηγείται, λοιπόν, γιατί πλανιόταν ο Ραβέντης απεγνωσμένος όλη νύχτα. Και σκέφτομαι τότε: Αμέντ, όλα κρίνονται τώρα στο χιλιοστό· η υπόθεση είναι πολύ σοβαρή· απαιτεί διπλωματία και εξαιρετική φιλοσοφική οξυδέρκεια. Αρχίζω με το μαλακό: «Για πες μου αγαπητέ, την αλήθεια την συνάντησες κάτω από ποιες περιστάσεις;» Μου ρίχνει τότε ένα τόσο σκυθρωπό βλέμμα, λες και βολόδερνε στ’ αλήθεια από καταβολής κόσμου σαν τη άδικη κατάρα. «Συμμετείχα σε μια συνέλευση τής ΚΠΕ τού ΠΛΗΝ, που πραγματοποιούνταν σε απόλυτα δημοκρατικό και συναδελφικό κλίμα, μια συνέλευση όπου ετίθεντο επί τάπητος τα πλέον χειροπιαστά ζητήματα, σ’ ένα διάλογο μεστό επιχειρημάτων και νοημάτων, ένα διάλογο που διαπνεόταν από απόλυτα ζωντανές έννοιες, μια δημόσια συζήτηση απαλλαγμένη από κάθε ίχνος ξύλινης γλώσσας…ξεκινάει να μου λέει αμήχανα σαν αμούστακο παλικαράκι. Απέναντί μου, στο βάθος τής αίθουσας, στεκόταν ένας θεόρατος τύπος, ένας πολύ βλοσυρός μουστακαλής, μουσουλμάνος, αν δεν απατώμαι. Είχε σταυρώσει τα χέρια του και με κάρφωνε με το βλέμμα, ενώ εγώ μίλαγα και μίλαγα και έδινα πνοή και ζωή στη συζήτηση, που εκείνη τη στιγμή έθιγε το ζήτημα τής ηθικής τού εξωτερικού εμπορίου. Συναρπαστική συζήτηση! Μια πολύ καθωσπρέπει κυρία, η κυρία Χρυσοπομπέρδου, μας εξηγούσε πως, αν καθορίσουμε ένα και υποχρεωτικό κατώτατο όριο μισθού, παραβιάζουμε τα ανθρώπινα δικαιώματα, διότι κατ’ αυτόν τον τρόπο περιορίζουμε τόσο το δικαίωμα σύναψης συμβάσεων εργασίας τού εργοδότη, όσο και την ελευθερία τού εργαζομένου να αποδεχτεί κάθε προσφορά εργασίας που του γίνεται. Δεν λέω, η ιδέα αυτή είναι συζητήσιμη, αλλά εγώ τουλάχιστον την βρίσκω, πραγματικά, πολύ ενδιαφέρουσα! Στο ζήτημα αυτό συμπυκνώνεται, άλλωστε, η ηθική διάσταση τής μισθοδοτικής σχέσης! Πρέπει, νομίζω, να το παραδεχτούμε: απολύτως ηθική δεν μπορεί παρά να είναι μόνον η απολύτως ελεύθερη διαπραγμάτευση μισθών! Ως εκ τούτου, είναι ηθικά επιβεβλημένο να διαφυλαχθεί η ελευθερία αποδοχής ακόμα και μειώσεων, περικοπών ή εν τέλει και μισθών πείνας. Όμως ο μουσουλμάνος συνέχιζε να μου ρίχνει άγρια βλέμματα στρίβοντας τα μουστάκια του. Και σκέφτομαι τότε: Ραβέντη, ο μουσουλμάνος στην άλλη άκρη τής αίθουσας δεν είναι ευχαριστημένος. Δεν παίρνει μέρος, ο μουσουλμάνος δεν συμμετέχει ενεργά στη συζήτηση. Μου ρίχνει συνέχεια σκοτεινές ματιές ο μουσουλμάνος. Και τότε αρχίζω να τα χάνω. Εγώ, βασικά, πάντα όταν βλέπω άνθρωπο να μην συμμετέχει στη συζήτηση, νιώθω κάπως άσχημα. Αλλά τούτος εδώ με κοίταζε λες και ήμουν ο μόνος υπεύθυνος. Αρχίζω τότε να πανικοβάλλομαι, να ξεροκαταπίνω, να μην ξέρω που παν τα τέσσερα. Προσπαθώ να να ψελλίσω κάτι σαν «η ηθική τού ελαχίστου δεν πρέπει να οδηγεί στην παραμέληση τής ηθικής τού μεγίστου» — έξυπνος χειρισμός, δεν νομίζεις, χειρισμός που στόχευε σε μια αληθινά μετριοπαθή συμμετρία — αλλά μετά, τίποτε, ούτε λέξη, πάγωσα απ’ το τρακ. Όλος ο κόσμος να με κοιτάζει. Και μετά σιωπή νεκρική, όπως όταν ο διάλογος έχοντας εξαντλήσει κάθε δημοκρατική δυναμική μετατρέπεται σε ανούσια διαδικασία. Και τότε ξαφνικά ο μουσουλμάνος με κοιτά κατευθείαν στα μάτια και μου λέει σαν να μη τρέχει τίποτε: «Κύριε Ραβέντη, δε φτάνει που μια ζωή ψιλομαλακίες μάς λες, τώρα, όπως φαίνεται, το πανουκλιασμένο το ξερό σου άρχισε να κατεβάζει και φονικές αρλούμπες». Φαντάζεσαι τι έγινε! Όλοι στην αίθουσα γύρισαν να τον κοιτάξουν, μετά γυρνάνε προς το μέρος μου, μετά άρχισαν να αλληλοκοιτιούνται μην ξέροντας από πού τους ήρθε… Ήταν τότε ακριβώς που μια φράση, κυριολεκτικά από το πουθενά, χαράχτηκε στο μυαλό μου βυθίζοντάς με σε μαύρη απελπισία. Αδύνατο να την ξεφορτωθώ! Δεν έλεγε να ξεκολλήσει από το μυαλό μου. «Ο μουσουλμάνος είναι η μόνη αλήθεια». Ξανά και ξανά, σαν χαλασμένο γραμμόφωνο! «Ο μουσουλμάνος είναι η μόνη αλήθεια. Ο μουσουλμάνος είναι η μόνη αλήθεια …» Μαζεύω όσες δυνάμεις μου απόμειναν, κάνω ότι πάω για κατούρημα και εξαφανίζομαι από την πίσω πόρτα. Κι από τότε πλανιέμαι στη γη με τη θλιμμένη όψη που με βλέπεις».

Αυτά μου διηγήθηκε ο Ραβέντης. Αρχίζω, λοιπόν, να συλλογιέμαι και μετά από πολύ σκέψη τού λέω: «Μου φαίνεται ότι μπερδεύεις το πριν με το μετά. — Τι; κλαψουρίζει αδύναμα. — Το πριν με το μετά· νταξ’ σύμφωνοι, ο μουσουλμάνος έφτασε απρόσκλητος στο δημοκρατικό σου βίο, συνεχίζω ακάθεκτος εγώ. Αλλά ο ανεπιθύμητος ο επισκέπτης σου δεν ήταν η αλήθεια αυτοπροσώπως! Η αλήθεια δεν έχει πρόσωπο! Η αλήθεια έρχεται μετά, πολύ μετά, όταν θα τον έχεις εξασκήσει πολύ καιρό τον μουσουλμάνο! Όταν στην πορεία τής ζωής σου θα τον συλλογιέσαι! Να, πώς να στο πω, όταν θα βγάζεις τα συμπεράσματα απ’το τυχαίο ραντεβού σας! Όταν θα γεράσεις με τον μουσουλμάνο στο τσερβέλο! Όταν εξαιτίας του θα ’χεις αλλάξει δρόμο και ζωή! Όταν τα λόγια του θα ποτίσουν τη σκέψη και τις πράξεις σου, τον τρόπο που ζεις τη ζωή τού Ραβέντη! Όταν ο Ραβέντης θα ’χει γίνει τόσο δυνατός όσο και ο μουσουλμάνος! Δεν συνάντησες την αλήθεια, καημένε! Συνάντησες αυτό που πρέπει πρώτα να συμβεί για να ’ρθει λίγη αλήθεια! Ο μουσουλμάνος ήταν η αφορμή να συναντήσεις λίγη απ’ την αλήθεια! Τον εαυτό σου αντάμωσες, Ραβέντη, την δύναμή που κρύβεις μέσα σου να πλάσεις την αλήθεια απ’ τ’ αναπάντεχο, τ’ αναπάντεχο που ’ρθε με το πρόσωπο τού μουσουλμάνου! Η αλήθεια ακολουθεί μετά, όταν τη ζωή σου θα τη στοιχειώνει η σκέψη του! Δώσε προσοχή! Δες πώς θα γεράσεις με τα λόγια του, που άφησε σα χνάρι πίσω του, σαν ανεξίτηλο σημάδι στο πετσί σου, για να γίνεις συ ο ίδιος, ο Ραβέντης, κομμάτι τής αλήθειας! Κι εκεί και τότε του ’δειξα· του ’δειξα το κεραυνοβόλημα που σκίζει το χρόνο, το πώς μεστώνει το φτερούγισμα τής αλήθειας. Του ’δειξα το πώς. Να έτσι!

Αυτοσχεδιασμός: το γέρασμα τού Αμέντ καθώς μεταμορφώνεται στην αλήθεια τού εαυτού του.

Κι όσο εγώ γερνούσα, τόσο αυτός ξανάνιωνε! Θρύψαλα έγινε το θλιβερό του προσωπείο τού Αχασβέρου! Χνούδι εφηβικό στο τρυφερό το μαγουλάκι του, ακόμα κι η φωνή του άλλαξε προς το διαπεραστικότερο! Κι όσο εγώ γινόμουν πιο αληθινός, τόσο ένιωθα να γλιστράει το πόδι μου στον τάφο! Αλλά αυτός, ο Αλλάχ να μας φυλάει, στάνιαρε με το που γινόταν όλο και πιο κάλπικος! Για να μην τα πολυλογώ, γυρνάει και μου λέει: «Φως φανάρι, Αμέντ μου! Ο μουσουλμάνος ήταν αυτός που έλεγε μαλακίες, όχι εγώ! Οι μουσουλμάνοι δεν ξέρουν τι εστί δημοκρατικός διάλογος! Πολύ σοβαρό το πρόβλημα, Αμέντ, μ’ όλους αυτούς τους αγράμματους που διαφθείρουν τη χώρα μας με την καθυστερημένη τους κουλτούρα! Βρήκα τι θα κάνουμε! Θα προτείνω στην κομματική επιτροπή να οργανώσουν συναντήσεις εργασίας για την ενσωμάτωση των μουσουλμάνων! Η Ενσωμάτωση! Να η μόνη αλήθεια για την κρίση! Και στους μη ενσωματώσιμους ήρθε ο καιρός να τους δείξουμε την πόρτα! Απέλαση, επαναπροώθηση, έκδοση, κλωτσιά στα αχαμνά! Δεν θα ασχολούμαστε συνέχεια με τους ηλίθιους και τις πανουκλιασμένες τους αντιδημοκρατικές κουλτούρες! Να λοιπόν η αλήθεια, να’ σαι καλά Αμέντ!»

Έτσι λοιπόν τον γιάτρεψα τον φίλο μου τον Ραβέντη! Το πιο αποτυχημένο μάθημα τής φιλοσοφικής μου καριέρας! Και το χειρότερο, έβαλα στην πλάτη μου δέκα χρόνια! Έφαγα στη μάπα όλη την αλήθεια τού μουσουλμάνου, κι ο Ραβέντης τίποτα, μηδέν! Τον εκκαθάρισα! Τον εκκένωσα απ’ τον μουσουλμάνο του! Εγώ, ο δύστυχος, θυσία έγινα στο βωμό τής αλήθειας των άλλων! Αφορισμένε μουσουλμάνε! Μου ’κατσες στο σβέρκο κι άντε τώρα να σε ξεφορτωθώ!

Ο Αμέντ βγαίνει με κόπο από τη σκηνή σαν να κουβαλάει στους σκυφτούς του ώμους ένα τεράστιο φορτίο, αλλά πριν εξαφανιστεί γυρνάει στο κοινό και λέει:

Μακάρι να καθάριζε ο καθένας μόνος του με τις αλήθειες που βρίσκει μπροστά του! Όσο για μένα, να μου κοπεί το χέρι αν το ξανακάνω!

Αν, λοιπόν, μια μέρα συναντήστε τυχαία τον δικό σας τον μουσουλμάνο, μην πάτε για κατούρημα! Και κυρίως μην προσπαθήστε να μου τον πασάρετε! Τέρμα τα κόλπα με τους μουσουλμάνους! Ο κάθε κατεργάρης στον πάγκο του αντάμα με τον μουσουλμάνο του! Και «καλό κουράγιο», που λέει και ο Όλι.

Εικόνα: http://explorepahistory.com/images/ExplorePAHistory-a0j9v2-a_349.jpg

 

Σχολιάστε