Η Αριστερά: Προαγωγή τής συνένοχης ανικανότητας στο επίπεδο τής Ιδέας
(Sarkozy pire que prévu. Les autres : prévoir le pire, σελ. 67-83 [pdf])
Αυτό που αποκαλείται «αριστερά» είναι η σφίγγα τής κοινοβουλευτικής πολιτικής.
Με ποιο τρόπο το ναυάγιο τής κοινοβουλευτικής πολιτικής που εδράζεται στην έννοια τής «αριστεράς» μπόρεσε να επιβιώσει τής μονότονης υποκειμενικής καταστροφής που ανέκαθεν συνόδευε την άνοδό της στην εξουσία; Πώς γίνεται ένα τεράστιο ρεύμα ψηφοφόρων να της χορηγεί κάθε φορά άφεση αμαρτιών για τις αλλεπάλληλες και σοβαρότατες αθετήσεις των υποσχέσεών της, για την προσφορά διακεκριμένων υπηρεσιών και εκδουλεύσεων στην άκρα δεξιά, τον υποτιθέμενο «εχθρό» της, για την άνευ όρων συνθηκολόγησή της άμα τη διαπιστώσει μιας κάπως έντονης απροθυμίας εκ μέρους των αντιδραστικών αστών, για τον συνεχή ενδοτισμό της απέναντι στις υποτιθέμενες «αναπόδραστες αναγκαιότητες» τής φιλελεύθερης οικονομίας, για τη σθεναρή αποδοκιμασία και καταστολή κάθε μαζικής λαϊκής κινητοποίησης, για τις αλλεπάλληλες και συνεχιζόμενες αποκηρύξεις — στο όνομα μάλιστα τής «νεωτερικότητας» — τής ιδεολογίας που υποτίθεται ότι ενστερνίζεται και προωθεί, για την εγγενή της τάση προς κάθε είδους διαφθορά, για την πειθήνια συμμόρφωσή της στον τομέα τής εξωτερικής πολιτικής προς τις υποδείξεις τού κάθε φορά κυρίαρχου ιμπεριαλισμού, για την αναβίωση εκ μέρους της ξεπερασμένων και αντιδραστικών αντιλήψεων, για την ομολογημένη και ολοκληρωτική της αδυναμία μείωσης τής ανεργίας και ανάσχεσης τής αποβιομηχανοποίησης, για τα αναρίθμητα λεκτικά της ατοπήματα που αποπνέουν μεταποικιακό ρατσισμό και παράφορη ισλαμοφοβία, για τη δρομολόγηση τής διπλής μάστιγας τής χρηµατοοικονοµικής απελευθέρωσης και τής αντιπαλότητας τού κράτους τόσο προς τη λαϊκή νεολαία όσο και προς τους αλλοδαπούς εργάτες; Αν εξαιρέσουμε την κατάργηση τής θανατικής ποινής που παντού στην Ευρώπη υιοθετήθηκε ήδη προ αιώνος από μουχλιασμένους χριστιανοδημοκράτες και μεταμελημένους «σοσιαλιστές», θα μπορούσε κανείς να αναφέρει ένα μόνο προοδευτικό μέτρο που η αριστερά δεσμεύτηκε να υλοποιήσει στο μέλλον, χωρίς να κάνει στροφή 180 μοιρών, τρέμοντας από φόβο και πικρά μετανιωμένη, όταν ήρθε η (σπάνια) στιγμή τής απόφασης; Πώς ανεχόμαστε να βλέπουμε σοσιαλιστικές κυβερνήσεις, σε μια στιγμή αλλοφροσύνης, να εθνικοποιούν τις τράπεζες και να αποφασίζουν τη μαζική νομιμοποίηση των λαθρομεταναστών και, αφού περάσουν κάποια τέρμινα και έρθουν στα συγκαλά τους, να δρομολογούν μια ατέλειωτη σειρά διωκτικών νόμων κατά των αλλοδαπών και να ιδιωτικοποιούν τα πάντα άρον-άρον; Και σαν να μην έφταναν αυτά, θα πρέπει, ανά πενταετία να σκύβουμε, μέσα στο εκλογικό παραβάν, με ευλάβεια το κεφάλι μπροστά σε τέτοιους ανθρώπους;
Το γιατί εκατομμύρια άνθρωποι συνεχίζουν να το κάνουν είναι το αίνιγμα που θέτει η σαρακιασμένη σφίγγα[1] τής «δημοκρατίας» μας. Ας μου επιτραπεί να της απαντήσω με τη σειρά μου στην ίδια μυθολογική γλώσσα, χρησιμοποιώντας την προσωπική μου εκδοχή τής περίφημης πλατωνικής αλληγορίας τού σπηλαίου, που παρουσίασα στο βιβλίο μου με τίτλο «Η Πολιτεία τού Πλάτωνα» και την οποία θα εμπλουτίσω στη συνέχεια για τις ανάγκες και τους σκοπούς τού παρόντος βιβλίου.
Ας κάνουμε την παραδοχή ότι ο κόσμος στον οποίο ανήκουμε μάς κρατάει έγκλειστους στη φυλακή των φαινομένων μιας αδυσώπητης αναγκαιότητας — που όμως στην πραγματικότητα δεν είναι και αυτή παρά ένα ακόμα φαινόμενο, μια ιδιαίτερη μεθόδευση ανάμεσα σε όλες τις άλλες — με άλλα λόγια, στη φυλακή τής καπιταλιστικής παραγωγής και τής ελεύθερης αγοράς, ως αναγκαστικό θέαμα και ως αναπόδραστο προορισμό μας. Για να μην πολυλογούμε, ας υποθέσουμε ότι βρισκόμαστε πράγματι στη σπηλιά τού Πλάτωνα, στον τυραννικό κόσμο ενός κοινωνικού παιχνιδιού, που ενεργοποιείται και τίθεται σε κίνηση από την φαντασμαγορία των εμπορευμάτων πάνω στη βάση τής ιδιωτικής ιδιοκτησίας και τής συγκέντρωσης τού χρηματιστικού κεφαλαίου, σε έναν τόπο όπου μας απαγορεύεται να δούμε ότι κάθε τι που θεωρείται απαραβίαστο δεν είναι παρά απάτη και ότι η πολιτική αλήθεια προϋποθέτει την καταστροφή τής σαθρής αίγλης τού κόσμου όπου ζούμε, αφού όμως πρώτα θα έχουμε ορθώσει απέναντί του τη δύναμη μιας αληθινής Ιδέας όπως, για παράδειγμα, αυτής τού κομμουνισμού. Ας υποθέσουμε, λοιπόν, ότι τα πράγματα που συνιστούν τον κόσμο μας μπορούν να περιγραφούν ως εξής: