RSS

«Θερμιδώρ και αντισημιτισμός»—D.Losurdo

07 Σεπτ.

5.8. Ο Τρότσκι και η κατηγορία περί αντισημιτισμού εναντίον τού Στάλιν
D.Losurdo, Stalin, histoire et critique d’une légende noire (σελ. 302-07)

Θα έλεγε κανείς ότι, κρίνοντας από το εύρος τής συναίνεσης μεταξύ των έγκριτων ιστορικών, η κατηγορία περί αντισημιτισμού εναντίον τού Στάλιν μοιάζει αδύνατον να ανατραπεί. Μόνο που, όπως αποδεικνύεται, οι καταδικαστικές κρίσεις — κάποτε αλληλοαναιρούμενες, συχνά περιβεβλημένες με το κύρος τής επιστημονικής αυθεντίας, αλλά σε κάθε περίπτωση κινούμενες στο ίδιο κατηγορηματικό και απόλυτο πνεύμα — δύσκολα συμβιβάζονται μεταξύ τους, δεδομένου τού ότι προβαίνουν σε μια διαφορετική κάθε φορά ανασύνθεση τού ιστορικού τού εγκλήματος, τού οποίου η έναρξη τοποθετείται, ανάλογα με τον συγγραφέα, είτε το 1948, είτε το 1945, είτε το 1933, είτε και πριν από την επανάσταση τού Οκτώβρη.

Προκειμένου να μπορέσουμε να προσανατολιστούμε, θα θέσουμε ένα διαφορετικό και κατά κάποιο τρόπο προκαταρκτικό ερώτημα: πότε για πρώτη φορά ο Στάλιν κατηγορήθηκε ή θεωρήθηκε ύποπτος για αντισημιτισμό; Προσπερνώντας προς στιγμήν τον Χρουτσόφ, οφείλουμε να ανατρέξουμε στον Τρότσκι, ο οποίος το 1937 καταγγέλλει όχι μόνο την «προδοσία» τής επανάστασης, αλλά και την πιθανή επανεμφάνιση τού αντισημιτισμού στην ίδια την Σοβιετική Ένωση: «Η ιστορία δεν έχει δει ακόμη κάποιο παράδειγμα, όπου η αντίδραση που ακολουθεί το επαναστατικό κύμα δεν συνοδεύεται από τα πιο αχαλίνωτα σοβινιστικά πάθη, ανάμεσά τους και τον αντισημιτισμό».[672] Εδώ έχουμε να κάνουμε μάλλον με μια a priori θεωρητική κατασκευή παρά με μια εμπειρική διαπίστωση εκ μέρους τού συγγραφέα: «η αντίδραση, αναγκαία συνέπεια τής οποίας είναι ο αντισημιτισμός, έχει δυστυχώς θριαμβεύσει στη χώρα την οποία εξουσιάζει ο Στάλιν, πράγμα από το οποίο συνάγεται ότι…» Έχοντας επιφέρει την ανατροπή των κατακτήσεων τής μπολσεβίκικης επανάστασης, το Θερμιδώρ άνοιγε πλέον διάπλατα τον δρόμο για την αναβίωση τής φρίκης τού παλαιού καθεστώτος, ενώ συνάμα η θρησκευτική πρόληψη και η φετιχιστική λατρεία τής ατομικής ιδιοκτησίας, των κληρονομικών δικαιωμάτων και τής οικογένειας δεν θα μπορούσαν παρά να προκαλέσουν τη δραματική επανεμφάνιση τής αντιπαλότητας των εθνών και ιδιαίτερα τού αντιεβραϊκού μίσους. Δεν είναι τυχαίο που η σοβαρή αυτή καταγγελία περιλαμβάνεται σε ένα δοκίμιο που ήδη από τον τίτλο του συνδέει άρρηκτα το Θερμιδώρ με τον αντισημιτισμό. Είναι αλήθεια ότι:

«Η Οκτωβριανή Επανάσταση κατάργησε το καθεστώς εκτός νόμου για τους Εβραίους. Αυτό, ωστόσο, δεν σημαίνει καθόλου ότι μ’ ένα χτύπημα σάρωσε τον αντισημιτισμό. Ένας μακρύς και επίμονος αγώνας ενάντια στη θρησκεία απέτυχε να εμποδίσει τους [πιστούς] να συνωστίζονται ακόμη και σήμερα κατά χιλιάδες σε εκκλησίες, τζαμιά και συναγωγές. Η ίδια κατάσταση επικρατεί στη σφαίρα των εθνικών προκαταλήψεων. Η νομοθεσία από μόνη της δεν αλλάζει τους ανθρώπους. Οι σκέψεις, τα συναισθήματα, η νοοτροπία τους εξαρτώνται από την παράδοση, τις υλικές συνθήκες τής ζωής, το πολιτιστικό επίπεδο κτλ. Το σοβιετικό καθεστώς δεν είναι ακόμη ούτε δώδεκα ετών. Ο μεγαλύτερος κατά το ήμισυ πληθυσμός μορφώθηκε κάτω από τον τσαρισμό. Το νεώτερο ήμισυ έχει κληρονομήσει κατά πολύ από το μεγαλύτερο ήμισυ. Αυτές οι ίδιες οι γενικές ιστορικές συνθήκες πρέπει να κάνουν κάθε σκεπτόμενο άνθρωπο να κατανοήσει ότι, παρά την υποδειγματική νομοθεσία τής Οκτωβριανής Επανάστασης, είναι αδύνατο οι εθνικές και σοβινιστικές προκαταλήψεις και ιδιαίτερα ο αντισημιτισμός [να μην επιβιώνουν] σε μεγάλο βαθμό ανάμεσα στα καθυστερημένα στρώματα τού πληθυσμού.»[673]

Στην πραγματικότητα, η επιχειρηματολογία τού Τρότσκι εστιάζει στη σχέση μεταξύ Κράτους και κοινωνίας των πολιτών και στην ανάγκη μετάβασης από το υποκειμενικό στο αντικειμενικό, αντιπαραβάλλοντας τον ειδικό και συγκεκριμένο χαρακτήρα τής πολιτικής δράσης και παρέμβασης με τη «μακρά διάρκεια» των ιστορικών διαδικασιών: εξ ορισμού, η επιρροή μιας μακραίωνης παράδοσης δεν μπορεί να εξαλειφθεί, ως διά μαγείας, μεταξύ εκείνων των κοινωνικών στρωμάτων που ακόμα δεν έχουν ενστερνιστεί πλήρως την μοντέρνα επαναστατική κουλτούρα. Τι θα σήμαινε επομένως η συγκεκριμένη κατηγορία εναντίον ενός πολιτικού καθεστώτος και μιας ομάδας ηγετών που δεν άλλαξαν την «παραδειγματική νομοθεσία» των μπολσεβίκων ούτε κατά ένα γιώτα και που, θέτοντας σε κίνηση μια κολοσσιαία διαδικασία εκβιομηχάνισης, εξάλειψης τού αναλφαβητισμού και διάχυσης τής πολιτισμικής παραγωγής, περιόριζαν με ταχείς ρυθμούς τον γεωγραφικό και κοινωνικό χώρο όπου είχαν ριζώσει πιο βαθιά «οι εθνικές και σοβινιστικές προκαταλήψεις και ιδιαίτερα ο αντισημιτισμός»; Δεν ήταν ο ίδιος ο Τρότσκι που έκανε λόγο για την πρωτοφανή ταχύτητα με την οποία αναπτύσσονταν στην ΕΣΣΔ η οικονομία, η βιομηχανία, η αστικοποίηση και η κουλτούρα και διαπίστωνε την εμφάνιση «ενός νέου είδους σοβιετικού πατριωτισμού», ενός πατριωτικού αισθήματος που ήταν «αναμφίβολα, πολύ βαθύ, ειλικρινές και δυναμικό» και το οποίο συμμερίζονταν οι εθνότητες που προηγουμένως ζούσαν υπό καθεστώς καταπίεσης ή υπέφεραν από την πολιτική υποδαύλισης διχασμού; (πρβλ. ανωτέρω 4.4)[]

Την ίδια χρονιά που εκδίδεται το άρθρο τού Τρότσκι «Θερμιδώρ και Αντισημιτισμός», ένας γερμανός συγγραφέας που είχε εγκαταλείψει την πατρίδα του για να γλιτώσει από τις αντισημιτικές διώξεις στο Τρίτο Ράιχ δημοσιεύει τον «απολογισμό τού ταξιδιού» του στη Μόσχα. Η εικόνα που δίνει ο συγγραφέας μιλάει από μόνη της: δόθηκε επιτέλους λύση «στο παλαιό και φαινομενικά δυσεπίλυτο εβραϊκό πρόβλημα», «είναι συγκινητικό το γεγονός πως όλοι οι εβραίοι που έτυχε να συναντήσω εξέφραζαν ομόφωνα την υποστήριξή τους στο καθεστώς». Επίσης: «στη Σοβιετική Ένωση, τα γίντις, όπως και όλες οι εθνικές γλώσσες, αντιμετωπίζονται με σεβασμό και αγάπη. Υπάρχουν σχολεία και εφημερίδες, όπως επίσης και λογοτεχνία γραμμένη στη γλώσσα αυτή. Οργανώνονται επίσης συνέδρια για την προστασία της, ενώ τα θεάματα και παραστάσεις στα γίντις τυγχάνουν πολύ μεγάλης εκτίμησης εκ μέρους τού κοινού».[674] Ακόμα πιο αξιοσημείωτη είναι η αντίδραση τής αμερικανοεβραϊκής κοινότητας. Ένας επιφανής εκπρόσωπός της ασκεί δριμεία κριτική κατά τού Τρότσκι: «Αν οι υπόλοιπες καταγγελίες του είναι εξίσου αστήρικτες με αυτές που περιέχονται στην πονεμένη του ιστορία για τον αντισημιτισμό, [ο Τρότσκι] δεν έχει να μας πει απολύτως τίποτα». Σύμφωνα με δηλώσεις άλλου ηγετικού μέλους τής κοινότητας: «συνηθίζουμε να θεωρούμε, όσον αφορά τον αντισημιτισμό, ότι η Σοβιετική Ένωση αποτελεί για μας τον μόνο φάρο ελπίδας […]. Είναι επομένως αδικαιολόγητο το γεγονός ότι ο Τρότσκι προέβη δημοσίως σε ανυπόστατες κατηγορίες κατά τού Στάλιν.»[675]

Η αντίδραση αυτή φανερώνει τον εκνευρισμό και την απογοήτευση των σχολιαστών για την, κατά τη γνώμη τους, αδέξια προσπάθεια εκ μέρους τού Τρότσκι να εμπλέξει τη διεθνή εβραϊκή κοινότητα στον αγώνα για την εξουσία που διεξαγόταν στο εσωτερικό τού ΚΚΣΕ. Τη στιγμή που στη Γερμανία κορυφωνόταν ο καταιγισμός των καταγγελιών τής «εβραιομπολσεβίκικης» βαρβαρότητας, που υποτίθεται ότι κυριαρχούσε στη Σοβιετική Ένωση, και ενώ εξελισσόταν με γιγαντιαία πλέον άλματα η διαδικασία που θα κατέληγε στην «τελική λύση», βλέπουμε να διεξάγεται επίσης μια περίεργη εκστρατεία συγκαλυμμένων κατηγοριών κατά τής χώρας που, όπως θα δειχθεί στη συνέχεια, με απαράμιλλη παρρησία και θάρρος καταδίκασε ως «κανιβαλικό» τον χιτλερικό αντισημιτισμό, τής χώρας που ενέπνευσε συχνά, ακόμα και σε γερμανικό έδαφος, την αντίσταση στο κύμα μίσους κατά των Εβραίων. Ο Βίκτωρ Κλέμπερερ περιέγραψε με πολύ συγκινητικό τρόπο τις ταπεινώσεις και τις προσβολές που υφίσταντο όσοι υποχρεώθηκαν να φέρουν το κίτρινο αστέρι τού Δαυίδ. Κι όμως:

«Ξαφνικά, στην οδό Φράιμπεργκερ, με σταματάει […] ένας χαμάλης που μετά από δυο μετακομίσεις μού είχε μεγάλη αδυναμία. Απλώνει τις χερούκλες του, μ’ αγκαλιάζει και μουρμουρίζει αρκετά δυνατά για να τον ακούσουν και οι περαστικοί στο απέναντι πεζοδρόμιο: “Κύριε καθηγητά, μη χολοσκάτε! Σιγά-σιγά, όλοι οι Κάιν αυτού τού κόσμου θα βρούν το μάστορή τους!”».

Ο εβραίος φιλόλογος παρατηρεί με τρυφερή ειρωνεία πως όσοι προκαλούν με τέτοιο τρόπο το καθεστώς είναι «άνθρωποι μεγαλόψυχοι, άνθρωποι που φαίνονται από μακριά ότι ανήκουν στο γερμανικό κομμουνιστικό κόμμα»![676] Επρόκειτο, λοιπόν, για αγωνιστές και συμπαθούντες ενός κόμματος για το οποίο η μορφή τού Στάλιν αποτελούσε το βασικό διεθνές σημείο αναφοράς.

Αν τώρα στρέψουμε την προσοχή μας από την Γερμανία στις ΗΠΑ, διαπιστώνουμε ότι, στο νότο τής χώρας, οι κομμουνιστές — θύματα διώξεων από τις κρατικές αρχές και τα όργανα τής κοινωνίας των πολιτών — περιγράφονται συχνά ως «εβραίοι» που επιδιώκουν να εξεγείρουν τους Νέγρους κατά τού καθεστώτος τής λευκής υπεροχής, εκμεταλλευόμενοι την ευπιστία των τελευταίων, διασύροντας την έννοια τής ιεραρχίας και τής φυλετικής καθαρότητας και προωθώντας την παράλογη άποψη ότι πρέπει να γίνει αποδεκτή η ισότητα και η επιμιξία των φυλών.[677] Βλέπουμε λοιπόν ότι και στην αμερικανική δημοκρατία ο αντικομμουνισμός είναι στενά συνδεδεμένος με τον αντισημιτισμό (όπως επίσης και με τον αποικιακό ρατσισμό) και ότι η ισχύς τού δεσμού αυτού είναι τόσο μεγαλύτερη, όσο περισσότερο αισθητή κάνουν την παρουσία τους οι Εβραίοι στο κομμουνιστικό (και «φιλο-σταλινικό») κόμμα των ΗΠΑ.[678]

Ωστόσο, πέρα από την απογοήτευση και τον εκνευρισμό, μπορεί κανείς επίσης να διακρίνει τη βαθιά ανησυχία τής διεθνούς εβραϊκής κοινότητας. Εξετάζοντας τη συλλογιστική πορεία τού επιχειρήματος τού Τρότσκι, διαπιστώνουμε, πράγματι, ότι η ανησυχία τους αυτή είναι κάθε άλλο παρά αβάσιμη:

«Το σοβιέτ, περισσότερο από κάθε άλλο καθεστώς στον κόσμο, έχει ανάγκη από ένα μεγάλο αριθμό κρατικών υπαλλήλων. Οι κρατικοί υπάλληλοι στρατολογούνται από τον [πιο] μορφωμένο αστικό πληθυσμό. Φυσικά, οι Εβραίοι καταλαμβάνουν μια δυσανάλογα μεγάλη θέση μέσα στη γραφειοκρατία και ιδιαίτερα στις χαμηλότερες και μεσαίες βαθμίδες της. […] Ακόμη και μια a priori δικαιολόγηση είναι αδύνατο να μην καταλήξει στο ότι το μίσος για τη γραφειοκρατία θα μπορούσε να πάρει ένα αντισημιτικό χρώμα, τουλάχιστον σ’ εκείνα τα μέρη που οι Εβραίοι αξιωματούχοι αποτελούν ένα σημαντικό ποσοστό τού πληθυσμού και χρησιμοποιούνται ως αποδιοπομπαίοι τράγοι για την εκτόνωση των πλατιών αγροτικών μαζών. Το 1923 πρότεινα στο κομματικό συνέδριο των μπολσεβίκων [τής Ουκρανίας] ότι οι αξιωματούχοι θα έπρεπε να μπορούν να μιλούν και να γράφουν τη γλώσσα τού τοπικού πληθυσμού. Πόσες ειρωνικές παρατηρήσεις έγιναν γι’ αυτήν την πρόταση, ως επί το πλείστον από τους Εβραίους διανοούμενους που μιλούσαν και διάβαζαν ρωσικά και δεν επιθυμούσαν να μάθουν την ουκρανική γλώσσα! Θα πρέπει να παραδεχτούμε ότι απ’ αυτή την άποψη η κατάσταση έχει αλλάξει κατά πολύ προς το καλύτερο. Όμως η εθνική σύνθεση τής γραφειοκρατίας έχει αλλάξει λίγο και, αυτό που είναι ανυπολόγιστα πιο σημαντικό, οι ανταγωνισμοί μεταξύ τού πληθυσμού και τής γραφειοκρατίας έχουν μεγαλώσει τερατωδώς κατά τη διάρκεια των τελευταίων δέκα ή δώδεκα χρόνων.»[679]

Όπως βλέπουμε, ο Τρότσκι καλεί σε πάλη εναντίον τής γραφειοκρατίας, επισημαίνοντας συγχρόνως ότι οι εβραίοι έχουν δυσανάλογη παρουσία στο γραφειοκρατικό σώμα και ότι συχνά απαξιώνουν τη γλώσσα και την κουλτούρα των διοικουμένων. Βεβαίως, τόσο η ανάλυση όσο και η καταγγελία επικεντρώνονται στο κοινωνικοπολιτικό επίπεδο, πλην όμως δεν παύει να ισχύει ότι, τουλάχιστον από τη σκοπιά τής εβραϊκής κοινότητας, ένα τέτοιο εγχείρημα ενέχει τον κίνδυνο τής αναβίωσης τού φάσματος τού αντισημιτισμού — τον κίνδυνο που ο Τρότσκι επιχειρεί ρητά να ξορκίσει.


672. Trotski (1988), σελ. 1050 [«Το Θερμιδώρ και ο αντισημιτισμός»].
673. Στο ίδιο, p. 1042-1043. [Σε αγκύλες και με έμφαση, φράσεις που διαφοροποιούνται από την ελληνική μετάφραση].
[‡] [Χρησιμοποιήθηκε η ελληνική μετάφραση, η οποία είναι διαθέσιμη στον σύνδεσμο: «Η Προδομένη Επανάσταση».]
674. Feuchtwanger (1946), σελ. 72 και 74.
675. Όπως παρατίθεται στο Rogowin (1998), σελ. 198.
676. Klemperer (2005), p. 214.
677. Kelley (1990), σελ. 16 και 29.
678. Herzstein (1989), σελ. 123.
679. Trotski (1988), σελ. 1043-1044. [Σε αγκύλες χωρίς έμφαση, φράσεις που παραλείπονται στη γαλλική μετάφραση.]

Βιβλιογραφία

Feuchtwanger L. (1946), Mosca 1937. Diario di viaggio per i miei amici, Mondadori, Milano.
Herzstein R.E. (1989), Roosevelt and Hitler. Prelude to War, Paragon House, New York.
Kelley R.D.G. (1990), Hammer and Hoe. Alabama Communists during the Great Repression, The University of North Carolina Press, Chapell Hill-London.
Klemperer V. (1996), Ich will Zeugnis ablegen bis zum letzten, Tagebücher 1933-1945, (εισαγ. παρουσ.) W. Nowojski (σε συνεργασία με) H. Klemperer, Aufbau, Berlin.
Rogowin W.S. (1998), 1937. Jahr des Terrors, Arbeiterpresse Verlag, Essen (γερμ. μετάφρ.).
Trotski L.D. (1988), Schriften. Sowjetgesellschaft und stalinistische Diktatur, (εισαγ. παρουσ.) H. Dahmer κ.ά., Rasch und Röhring, Hamburg.

 

Ετικέτες:

Σχολιάστε